Σαν βγεις στον πηγαιμό για το Imperial να εύχεσαι να είναι μακρύς ο δρόμος


Τα τελευταία 2 χρόνια γίνεται πολύς λόγος για το φαινόμενο της αυξημένης τάσης των Ελλήνων να μεταναστεύσουν σε χώρες κυρίως της Ευρώπης προς εύρεση καλύτερων εκπαιδευτικών και επαγγελματικών ευκαιριών.
Το φαινόμενο αυτό συνήθως παρουσιάζεται συνήθως με αρνητική χροιά σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα αιμορραγεί και δέχεται μεγάλες απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό και ιδίως ατόμων που βρίσκονται στην πιο παραγωγική ηλικία, άτομα που συνήθως χάνονται για πάντα από τη χώρα.
Αυτό το τελευταίο σημείο, το “για πάντα”, είναι ίσως το κλειδί της αρνητικής στάσης απέναντι στο φαινόμενο το οποίο αν το δει κανείς μέσα από ένα διαφορετικό πρίσμα, τελικά ίσως αποτελεί και ένα από τα θετικότερα σημεία της κρίσης που διανύουμε σαν χώρα και σαν οικονομία.
Στην πραγματικότητα οι νέοι άνθρωποι δε μεταναστεύουν για πάντα στο εξωτερικό, αλλά για κάποια συνήθως σύντομη περίοδο 2 έως 5 ετών. Αυτή την περίοδο της απουσίας τους εμπλουτίζουν τα βιογραφικά τους με μοναδικές εμπειρίες, βελτιώνουν τις γνώσεις τους και στις ξένες γλώσσες αλλά και σε αυτό καθαυτό το επιστημονικό τους αντικείμενο και ουσιαστικά προετοιμάζουν την επιστροφή τους στην Ελλάδα όταν θα είναι πλέον ισχυροί και γεμάτοι εμπειρίες.
Είναι κατά συντριπτική πλειοψηφία μία προσωρινή μετεγκατάσταση που θυμίζει περισσότερο το πλούσιο ταξίδι του Οδυσσέα παρά την μετανάστευση των δεκαετιών του 20ου αιώνα η οποία τραυμάτισε ψυχικά την Ελληνική κοινωνία. Τα νέα παιδιά φεύγουν και έπειτα επιστρέφουν φέροντας τρομερά εφόδια σε επίπεδο γνώσεων και ανώτατης παιδείας τα οποία ακόμα και στις αγορές του εξωτερικού είναι περιζήτητα.
Η Ελλάδα, κατά την άποψη μας, θα βγει τελικά περισσότερο ωφελημένη παρά τραυματισμένη από αυτό το ταξίδι εμπειριών που έχει ξεκινήσει αυτή τη στιγμή μεταξύ των νέων Ελλήνων, καθώς όλοι αυτοί οι νέοι άνθρωποι θα επιστρέψουν στη χώρα μας την καταλληλότερη στιγμή για να την βοηθήσουν στην ανάκαμψη της.